Παρασκευή 20 Ιουλίου 2012

θυμάμαι


Ίσως ένα πρωί να ξυπνήσεις και να με πάρεις τηλέφωνο να μου πεις ότι με θες. Να αφήσεις κατά μέρος κάθε σου εγωιστική αντίδραση, κάθε σου ανασφάλεια και κάθε σου φόβο και να γυρίσεις να μου το πεις στα ίσια, κατάματα. Χωρίς αναστολές, χωρίς να φοβάσαι για το αν θα σε κρίνω. Ίσως να έρθεις με ένα λουλούδι και να μου πεις μέσα σε δάκρυα χαράς ή με ένα απλό, ήρεμο χαμόγελο ένα σκέτο "ήρθα". Δεν θα σε παρεξηγήσω, δεν θα απαιτήσω τίποτα περισσότερο. Θα μου αρκεί αυτό. Το ότι ήρθες έτσι όπως ήρθες. Δε θα με νοιάζει τίποτα περισσότερο, δεν θα ψάχνω κάτω από σκεπάσματα ούτε πίσω από τις λέξεις. Θα πάψω να αγκαλιάζω το μαξιλάρι και θα σταματήσω να κρύβομαι από το φως.

Ίσως πάλι να συναντηθούμε τυχαία στον δρόμο. Εσύ θα περιμένεις ταξί να σε πάει σπίτι κι εγώ περνώντας από εκεί θα σου προτείνω να πάμε για έναν καφέ. Θα μιλήσουμε λίγο. Δεν θα αναφερθούμε σε συγκεκριμένα θέματα, θα τα αποφύγουμε, θα μιλάμε "περιφερειακά" και θα χωρίσουμε με μιαν απλή καληνύχτα. Θα πάμε και οι δύο σπίτια μας και θα σκεφτόμαστε πόσο όμορφη ήταν η βραδιά. Θα ξέρουμε ότι αν τολμήσουμε να αρχίσουμε από την αρχή θα καταλήξουμε στα ίδια κι έτσι δεν θα στείλει κανείς ένα μήνυμα ούτε θα πάρει ένα τηλέφωνο. Δεν θα τολμήσουμε να σπάσουμε την σιωπή. Θα αρκεστούμε σε αυτή την μικρή χαρά: "Τον είδα καλά, γελούσε". "Την είδα καλά, με άκουγε". Κι έτσι θα προτιμήσουμε την σιωπή. Αυτή τη σιωπή που πάντα θα ψιθυρίζει στο αυτί μας "πάρε τηλέφωνο" και πάντα θα ουρλιάζει στο μυαλό μας "δεν θα έχει αλλάξει". Κι έτσι θα αρκεστούμε στο τίποτα.


Ίσως όμως να συναντηθούμε σε κάποιο φιλικό σπίτι. Να πούμε ένα γεια, ύστερα, στο τραπέζι να μιλήσουμε λίγο περισσότερο. Θα μου πεις τα νέα σου, εγώ τα δικά μου και έτσι θα περάσει και τούτη η βραδιά. Ίσως κάποιος από τους δυο μας, ίσως και οι δυο μας, να καταραστεί την στιγμή που βρεθήκαμε, γιατί μετά θα μας φάνε οι σκέψεις. Ίσως πάλι να μην αλλάξουμε ούτε μία κουβέντα, να μην πούμε λέξη μεταξύ μας και να φύγουμε και οι δύο χωρίς να χαιρετίσουμε. Απλά θα ρίξουμε ένα βλέμμα, σαν τελειωτικό αντίο και θα εξαφανιστούμε στις σκάλες ή στην αυλή ή θα μας πάρει το ασανσέρ μερικούς ορόφους παρακάτω. Στον δρόμο της επιστροφής θα σκεφτόμαστε αν κάναμε καλά που δεν μιλήσαμε και αν πρέπει να στείλουμε ένα μήνυμα με μια τυπική συγγνώμη. Μετά όμως θα πούμε στον εαυτό μας ότι ίσως να άλλαξε τηλέφωνο και δεν θα μπούμε καν στον "κόπο".

Ίσως πάλι να βρεθούμε σε έναν κινηματογράφο. Εσένα θα σε συνοδεύει κάποιος άλλος, εγώ κάποια άλλη. Θα συναντηθούμε στην ουρά. Θα πούμε ένα γεια γεμάτο χαρά και υποκρισία. Θα ρωτήσουμε δήθεν αφελέστατα ποια ταινία θα δούμε και αν μπούμε στην ίδια θα κανονίσουμε να μην καθίσουμε κοντά ο ένας στον άλλον. Θα πάρουμε nachos και pop corn και δεν θα γυρίσουμε να κοιτάξουμε ο ένας τον άλλο. Θα βλέπουμε την ταινία, θα αποφύγουμε τους εναγκαλισμούς με τους συντρόφους μας και το βράδυ, όταν φτάσουμε σπίτι μας θα στείλουμε ένα μήνυμα που θα λέει ότι χαρήκαμε που βρεθήκαμε κι ότι είδαμε ο ένας τον άλλον ευτυχισμένο. Θα μείνουμε εκεί και δεν θα προχωρήσουμε περισσότερο.

Ίσως, ίσως, ίσως... Όσα ίσως κι αν φωνάξω, όσα ίσως κι αν ουρλιάξω, όσα ίσως κι αν σκεφτώ, δεν αλλάζει η πραγματικότητα. Αν δεν πιω από το νερό δεν θα ξεδιψάσω όσα ίσως κι αν βάλω στο ποτήρι μου. Αν δεν περπατήσω στην φωτιά δεν θα καώ, όσα ίσως κι αν ανάψουν μπροστά μου. Αν δεν δακρύσω, αν δεν γελάσω για τα στραβά και τα όμορφα της ζωής μου, δεν θα την ζήσω, όσα ίσως κι αν γεράσουν.

Δεν υπάρχουν σχόλια:

Δημοσίευση σχολίου